Κλοθάριος

Κλοθάριος
Όνομα τεσσάρων Φράγκων ηγεμόνων. 1. Κ. Α’ (497 – 561 μ.Χ.). Βασιλιάς των Φράγκων (511-561). Ήταν ο νεότερος γιος του Κλόβις και της Κλοτίλδης. Μετά τον θάνατο του πατέρα του μοιράστηκε το φραγκικό κράτος με τους άλλους τρεις αδελφούς του. Πρωτεύουσα του βασιλείου του ήταν η Σουασόν. Η έκταση του κράτους του δεν έχει προσδιοριστεί μέχρι σήμερα. Είναι βέβαιο, πάντως, ότι στην επικράτειά του ανήκαν οι πόλεις Νουαγιόν, Αράς και Τουρνέ. Μετά τον θάνατο του αδελφού του, Κλοδόμιρου (524), δολοφόνησε δύο από τα παιδιά του και σφετερίστηκε την κληρονομιά τους. Το 532 διέλυσε το κράτος των Βουργουνδίων και το 537 προσάρτησε την Οράγγη και το Καρπαντράς. Όταν πέθανε ο αδελφός του, Χιλδέβερτος, έγινε κύριος ολόκληρου του φραγκικού κράτους. Ο Κ.Α’ κυβέρνησε το βασίλειό του με τυραννικό τρόπο. Τέλεσε πολλούς γάμους, αλλά τελικά δολοφονούσε τις συζύγους του ή τις έκλεινε σε μοναστήρια. Συνήθως προτιμούσε ως συζύγους εκείνες των εχθρών του. 2. Κ. Β’ (; – 629 μ.Χ.). Βασιλιάς των Φράγκων (584-629). Ήταν γιος του Χιλδέριχου Α’. Μετά τη δολοφονία του πατέρα του σώθηκε από τη μητέρα του, Φρεδεγόνδη, η οποία μέχρι την ενηλικίωσή του κυβέρνησε η ίδια το φραγκικό βασίλειο. Όταν ενηλικιώθηκε συνέχισε τους πολέμους της μητέρας του εναντίον της Αυστρασίας και κατόρθωσε τελικά να ενώσει υπό το σκήπτρο του όλα τα φραγκικά κράτη. Ο Κ.Β’ ήταν συνετός ηγεμόνας και κατά τη διάρκεια της βασιλείας του έλαβε ευεργετικά μέτρα για τον λαό του και κατάργησε πολλούς φόρους. Παντρεύτηκε διαδοχικά τρεις συζύγους, από τις οποίες απέκτησε τρεις γιους. 3. Κ. Γ’ (; – 673 μ.Χ.). Βασιλιάς των φραγκικών κρατών της Νευστρίας, της Αυστρασίας και της Βουργουνδίας (657-673). Γιος του Κλόβις και της Βατίλδης, έγινε βασιλιάς σε ηλικία 5 ετών, υπό με την επιτροπεία της μητέρας του, από το 657 έως τον θάνατό του. 4. Κ. Δ’ (; – 719 μ.Χ.). Βασιλιάς της Αυστρασίας (717-719). Έγινε βασιλιάς με τη μεσολάβηση του Κάρολου Μαρτέλου, τον οποίο θεωρούσε απόγονο των Μεροβίγγειων βασιλιάδων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Μεροβίγγειοι — (Merovingiens). Η πρώτη χρονικά βασιλική δυναστεία της Γαλλίας, η οποία παρέμεινε στην εξουσία της χώρας από τον 5o αι. μ.Χ. έως τα μέσα του 8ου αι. μ.Χ. (752). Οι Μ. αποτελούσαν τους ηγέτες των Σαλίων Γάλλων. Το όνομά τους προέρχεται από κάποιον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”